ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ SERKOVA ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΠΑΝΔΡΙΤΙ ΣΤΗ ΣΚΟΤΙΑ
Βότκα αλά ελληνικά
Του Μ. ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ
*Η διαδρομή της ελληνικής βότκας ξεκίνησε τέλος της δεκαετίας του 1970, όταν ο Π. Καρακώστας, γόνος οικογένειας με εκατονταετή και πλέον παράδοση στον κλάδο τροφίμων - ποτών, σκέφτηκε να προωθήσει στην αγορά ένα νέο σήμα βότκας σε καλύτερη τιμή από τα λίγα ξένα που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή.
Το «καμουφλάζ»
Καθώς οι Ελληνες προτιμούσαν τα ξένα προϊόντα, έπρεπε και το νέο σήμα να «καμουφλάρει» την ελληνική του ταυτότητα. Ετσι, το όνομα που δόθηκε παρέπεμπε σε... Ρωσία. Η πρώτη παραγωγή γίνεται σε μία μονάδα που διαθέτει ο επιχειρηματίας στο Καπανδρίτι.
*Για να γίνει γνωστό το προϊόν ακολουθήθηκε επιθετική επικοινωνιακή πολιτική. Η ελληνική βότκα Serkova ήταν από τα πρώτα αλκοολούχα ποτά που διαφημίστηκαν κυρίως τηλεοπτικά (στην τότε ΥΕΝΕΔ) ενώ υψηλή ανταπόκριση στο νεανικό κοινό γνώρισε από τη χορηγία της δημοφιλέστατης τότε σειράς «Mission Impossible».
Η Serkova πολύ γρήγορα γίνεται το δημοφιλέστερο ποτό σε clubs και κέντρα διασκέδασης μετά το σκοτσέζικο ουίσκι και τέλος της δεκαετίας του 1980 ο Π. Καρακώστας πουλά το... δημιούργημά του μαζί με το Ούζο Πέριξ (η παραγωγή του οποίου σταμάτησε στη συνέχεια) στην Allied Domecq (A.D.).
Η παραγωγή της βότκας μεταφέρεται στη Σκοτία και διανέμεται πλέον στην εγχώριο αγορά ως εισαγόμενη. Αρχές του 2000 η A.D. είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πολυεθνικός όμιλος παραγωγής και διακίνησης αλκοολούχων ποτών στον κόσμο, με ετήσια έσοδα που ξεπερνούν τα 4 δισεκατομμύρια στερλίνες.
*Στην ελληνική αγορά, η A.D. μαζί με τις επίσης πολυεθνικές United Distillers & Vintners και Berry Bros Rudd ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος κατανάλωσης των έξι εκατομμυρίων κιβωτίων αλκοολούχων που ήπιαμε το 2000. Εκείνη την περίοδο η United Distillers εμπορεύεται στην Ελλάδα τα σήματα του Johnnie Walker, j&b, Dimple, Smirnoff έχοντας εν τω μεταξύ αποκτήσει τον έλεγχο του Metaxa και Ούζο 12.
Νέα εξαγορά
Η Berry Bros, ιδιοκτήτρια εταιρεία του Cutty Sark, πέρασε στην εγχώριο αγορά όταν το 1992 εξαγόρασε την πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας Β. Σ. Καρούλιας. Η Allied Domecq συνεργάζεται στην εγχώριο αγορά με τη ΓΕΝΚΑ (εταιρεία που ελέγχει σήμερα ο Π. Καρακώστας και μέσω της οποίας διακινεί προϊόντα όπως τα Balantines, Courvoisier, Canadian Club, ΝΟΥΝΟΥ, Pampers και άλλων σημάτων).
*Η Serkova παραμένει δεύτερη δημοφιλής βότκα στην Ελλάδα και ξεκινά η προώθησή της σε διεθνές επίπεδο, κίνηση που απέφερε αύξηση των πωλήσεων 27% σε ετήσια βάση. Εν συνεχεία, ακολουθεί και νέα εξαγορά. Η Serkova, όπως και το σύνολο των προϊόντων περνούν το καλοκαίρι του 2005 στο χαρτοφυλάκιο της Pernod Ricard, που εξαγοράζει σε διεθνές επίπεδο την A.D.
Η Pernod Ricard φέρνει στην εγχώρια αγορά την ρωσική Stolichnaya, όπου εύλογα ρίχνει το μεγαλύτερο μέρος της επικοινωνιακής πολιτικής της. Στην ελληνική αγορά ο ανταγωνισμός των σημάτων βότκας οξύνεται εντονότατα, καθώς αποτελεί μετά το ουίσκι το δεύτερο πιο αγαπημένο ξένο ποτό των καταναλωτών.
*Παράλληλα, η παραγωγή της Serkova μεταφέρεται, στην Πολωνία αυτή τη φορά. Ομως η εμφιάλωση γίνεται και πάλι επί ελληνικού εδάφους, στη Μυτιλήνη, στις εγκαταστάσεις μιας από τις ιστορικότερες εταιρείας παραγωγής ούζου, της Ενωσης Ποτοποιών Μυτιλήνης.
Η ελληνική βότκα, παρά την έμφαση που δίνεται στην προώθηση της Stolichnaya, καταφέρνει να κρατήσει ικανά μερίδια αγοράς. Υπολογίζεται πως πρώτη σε μερίδια είναι με 40% η σουηδική Absolut, ακολουθεί με 20% η πολυεθνική Smirnoff ενώ Stolichnaya και Serkova έχουν από περίπου 15% η καθεμία.
Το «καμουφλάζ»
Καθώς οι Ελληνες προτιμούσαν τα ξένα προϊόντα, έπρεπε και το νέο σήμα να «καμουφλάρει» την ελληνική του ταυτότητα. Ετσι, το όνομα που δόθηκε παρέπεμπε σε... Ρωσία. Η πρώτη παραγωγή γίνεται σε μία μονάδα που διαθέτει ο επιχειρηματίας στο Καπανδρίτι.
*Για να γίνει γνωστό το προϊόν ακολουθήθηκε επιθετική επικοινωνιακή πολιτική. Η ελληνική βότκα Serkova ήταν από τα πρώτα αλκοολούχα ποτά που διαφημίστηκαν κυρίως τηλεοπτικά (στην τότε ΥΕΝΕΔ) ενώ υψηλή ανταπόκριση στο νεανικό κοινό γνώρισε από τη χορηγία της δημοφιλέστατης τότε σειράς «Mission Impossible».
Η Serkova πολύ γρήγορα γίνεται το δημοφιλέστερο ποτό σε clubs και κέντρα διασκέδασης μετά το σκοτσέζικο ουίσκι και τέλος της δεκαετίας του 1980 ο Π. Καρακώστας πουλά το... δημιούργημά του μαζί με το Ούζο Πέριξ (η παραγωγή του οποίου σταμάτησε στη συνέχεια) στην Allied Domecq (A.D.).
Η παραγωγή της βότκας μεταφέρεται στη Σκοτία και διανέμεται πλέον στην εγχώριο αγορά ως εισαγόμενη. Αρχές του 2000 η A.D. είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πολυεθνικός όμιλος παραγωγής και διακίνησης αλκοολούχων ποτών στον κόσμο, με ετήσια έσοδα που ξεπερνούν τα 4 δισεκατομμύρια στερλίνες.
*Στην ελληνική αγορά, η A.D. μαζί με τις επίσης πολυεθνικές United Distillers & Vintners και Berry Bros Rudd ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος κατανάλωσης των έξι εκατομμυρίων κιβωτίων αλκοολούχων που ήπιαμε το 2000. Εκείνη την περίοδο η United Distillers εμπορεύεται στην Ελλάδα τα σήματα του Johnnie Walker, j&b, Dimple, Smirnoff έχοντας εν τω μεταξύ αποκτήσει τον έλεγχο του Metaxa και Ούζο 12.
Νέα εξαγορά
Η Berry Bros, ιδιοκτήτρια εταιρεία του Cutty Sark, πέρασε στην εγχώριο αγορά όταν το 1992 εξαγόρασε την πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας Β. Σ. Καρούλιας. Η Allied Domecq συνεργάζεται στην εγχώριο αγορά με τη ΓΕΝΚΑ (εταιρεία που ελέγχει σήμερα ο Π. Καρακώστας και μέσω της οποίας διακινεί προϊόντα όπως τα Balantines, Courvoisier, Canadian Club, ΝΟΥΝΟΥ, Pampers και άλλων σημάτων).
*Η Serkova παραμένει δεύτερη δημοφιλής βότκα στην Ελλάδα και ξεκινά η προώθησή της σε διεθνές επίπεδο, κίνηση που απέφερε αύξηση των πωλήσεων 27% σε ετήσια βάση. Εν συνεχεία, ακολουθεί και νέα εξαγορά. Η Serkova, όπως και το σύνολο των προϊόντων περνούν το καλοκαίρι του 2005 στο χαρτοφυλάκιο της Pernod Ricard, που εξαγοράζει σε διεθνές επίπεδο την A.D.
Η Pernod Ricard φέρνει στην εγχώρια αγορά την ρωσική Stolichnaya, όπου εύλογα ρίχνει το μεγαλύτερο μέρος της επικοινωνιακής πολιτικής της. Στην ελληνική αγορά ο ανταγωνισμός των σημάτων βότκας οξύνεται εντονότατα, καθώς αποτελεί μετά το ουίσκι το δεύτερο πιο αγαπημένο ξένο ποτό των καταναλωτών.
*Παράλληλα, η παραγωγή της Serkova μεταφέρεται, στην Πολωνία αυτή τη φορά. Ομως η εμφιάλωση γίνεται και πάλι επί ελληνικού εδάφους, στη Μυτιλήνη, στις εγκαταστάσεις μιας από τις ιστορικότερες εταιρείας παραγωγής ούζου, της Ενωσης Ποτοποιών Μυτιλήνης.
Η ελληνική βότκα, παρά την έμφαση που δίνεται στην προώθηση της Stolichnaya, καταφέρνει να κρατήσει ικανά μερίδια αγοράς. Υπολογίζεται πως πρώτη σε μερίδια είναι με 40% η σουηδική Absolut, ακολουθεί με 20% η πολυεθνική Smirnoff ενώ Stolichnaya και Serkova έχουν από περίπου 15% η καθεμία.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - 11/11/2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου